Thursday, May 17, 2007

Iθάκη β'












Και να που των Φαιάκων οι σοφοί

προβλέψανε τον γυρισμό

τις θείες βουλές διαβάζοντας

στων νεφών τα χιλιόμορφα σχήματα

στου ανέμου τα γυρίσματα

στων φοινικόφυλλων τα νεύρα

στα τρυφερά τα σπλάχνα των αμνών,

της μοίρας μου τα προστάγματα!


Πού είσαι γη μου;


Να μην βιαστώ, μου λένε,

ν' αδράξω τον καιρό,

κι ας το κορμί μου λαχτάρησε

ένα να γίνει με το χώμα της,

τους μελωμένους της καρπούς

να μην γευτώ ακόμα,

πριν την ύστατη μάχη μου κερδίσω,

του γήρατος σοφία αφού ενδυθώ

κατάσαρκα

πάνω από της νιότης την ορμή,

πάνω απ’ του πόθου μου την τόση βιάση.

Οι αμφιβολίες μου θα σβήσουν τότε, λένε,

κι οι μεταμέλειες θ’ αφανιστούν

κι οι θλίψες μου

κι οι πόνοι

και όλοι οι πικροί αποχωρισμοί

και οι πληγές που’ ν’ ανοιχτές

ουλές μαβιές θα μείνουν

στο αργασμένο δέρμα μου

να μου θυμίζουν στα στερνά

το τέλος των συντρόφων

τους οργισμένους κεραυνούς

και τα βουνά της θάλασσας

τη λύσσα του πολέμου.


Mόνον για σε η δίψα μου ας κορώσει

των μεστωμένων σου χειλιών

γλυκό κρασί μου


“Που είσ’ αθάνατη πηγή;

Πού είσαι γη μου;”




14/5/'07

(Ανταπάντηση σε ποίημα της φίλης Κατερίνας
στα σχόλια της "Ιθάκης".)