Wednesday, April 25, 2007




Μαινόμενη


Για ποιό πράγμα δικάζομαι, θυμίστε μου?
Για της καρδιάς το ανεξιχνίαστο έγκλημα?
Για την ακούσια διχοτόμηση των εδαφών μου?
Για τα κομμάτια μου που έσπειρα εκατέροθεν?
Μα τη γη μου την απέραντη
δεν την τέμνουν τ’ αγκαθωτά σας συρματοπλέγματα
θέση εδώ δεν έχουν συνοριοφύλακες με όπλα στα χέρια
ούτε στρατονόμοι μ’ απειλές και διαταγές στα δόντια.
Για όλους ένας τόπος χλοερός
όπου οι αγαπημένοι μου δικαίως αναπαύονται
αμοιβαία ερώμενοι-
ο τόπος ο δικός μου η Εδέμ των μύθων σας!
Ουδείς κατακτητής!
ουδέν κατακτημένο!
Για τί ακριβώς δικάζομαι, θυμίστε μου?
Για θησαυρούς που δώρισα απ’ την ψυχή μου αφείδωλα?
Για τα μαργαριτάρια μου που ετάισα μ’ αυτά τους κύνες?
Δικά μου ήταν και άλλου κανενός
και οι κύνες πεινασμένοι λύκοι!
Λύκοι κι αν ήταν τους επόνεσα
και όχι μόνον…
Τους αγάπησα τους λάτρεψα!
Ω, ναι!
Σας είναι αδιανόητα όλ’ αυτά το ξέρω τώρα!
Ανόητοι αμνοί με το βλέμμα στραμμένο πάντα κάτω
στα "πρέπει"σας υποταγμένοι
στο "έτσι είναι η ζωή,βρε αδερφέ"
στο "ε, και τι να κάνουμε" αιώνιοι σκλάβοι
με μοναδική προοπτική-προορισμό σας
κι επόμενο στάδιο εξέλιξης αυτό του τυφλοπόντικα
του εκσκαφέα λαγουμιών!
Σεις που κρύβετε τον Ήλιο της αγάπης στην κωλότσεπη
που δένετε τον Έρωτα μ’ αλυσίδες χειροπόδαρα
το τόξο του που σπάτε με μανία
μην τύχει και σας πάρουν ξόδερμα τα βέλη
ή μην τύχει και σας κόψουνε το ομφάλιο νήμα
αυτό που σας κρατά δεσμώτες της βαρύτητας
πριν απ' τα γεννοφάσκια σας!
Εσείς οι ευυπόληπτοι λάτρεις της Αλήθειας
που της κόψατε τη γλώσσα για να κοιμάται ήσυχη
η διάτρητη συνείδηση σας τον ύπνο του δικαίου
νόμους θεσπίζοντας παράνομα
στην Ύπαρξη απέναντι ανομώντας!
Ζηλέψατε τον πόνο μου ή μήπως την αγάπη
- δώρα που χάρισα στ' αγρίμια-
λες και δεν έφτανε για εσάς
το ατελεύτητο υπόλοιπό μου
το άπειρό μου το περίσσεμα
για δυο ζωές να σας χορτάσει
τις πεινασμένες σας ψυχές να υπερπληρώσει?
Να με δικάζει η ζήλια σας λοιπόν?
Μην είν’ αυτός ο δικαστής και τιμωρός?
Ο ανελέητος κριτής των αρχέγονων παθών μου
αυτών που με λυτρώσαν απ’ τις σκουριασμένες αλυσίδες σας
και απ'τα βαρίδια στους αστράγαλους που με κρατούσαν
χρόνια τώρα στους σκοτεινούς λαβύρινθους της άγνοιας
εκεί που κρύβεστε τρέμοντας σύγκορμοι
εκεί που συναγελάζεστε - αξιοθρήνητο κοπάδι-
την ψευδεπίβολη ασφάλεια γυρεύοντας
ασφάλεια από τί, αλήθεια?
Ψέμα δεν γεννήθηκε μεγαλύτερο απ’ αυτό
-όχι ακόμα !
Ζηλέψατε τα όνειρα που ύφαινα
στα μαύρα τα χαρτιά μου?
Τ’αστέρια που εσκόρπιζα στους άδειους μου καμβάδες?
Τα μάτια του που ζωγράφιζα για να΄χω να κοιτώ
-να με κοιτούν-
τη μοναξιά μου να συντροφεύουν στα ταξίδια της
των θλίψεων να διώχνουν τα βαριά σύννεφα?
Τους στίχους μου που σκόρπιζα σ’ ανατολή και δύση
τρυφερά επιφωνήματα κραυγές αποδημούντων κύκνων?
Ζηλέψατε τα δυνατά φτερά μου που έξαφνα ξεφύτρωσαν
-δώρο της μοίρας μου ακριβό-και με σηκώσανε ψηλά
τον κόσμο σας να δω έτσι όπως είναι:
αχανής βαλτώδης έκταση λάσπη και μόνον λάσπη!?
Στην δίκη που μου στήσατε χάρη δεν θα ζητήσω
Ούτε συγχώρηση για τα όνειρα που έχτισα
και θέλησα μέσα τους να ζήσω - όχι μονάχη
αλλά μαζί σας σύντροφε λατρεμένε
ερωμένε επίδοξε -
νοτιά μου εσύ με την καυτή ανάσα σου στο ραχοκόκκαλό μου
φίλοι που για λίγο ανταμώσαμε και δώσαμε τα χέρια
και μυστικά κρυμμένα μοιραστήκαμε
γονείς κι αδέρφια που αναπάντεχα ριχτήκαμε εδώ
σ΄αυτήν την ματωμένη αρένα.
Τα λάθη που μου καταλογίζετε δεν θ’ αρνηθώ
γιατί τ’ αγάπησα και λάθη έπαψαν να είναι.
Το πυρ της ωραιότητας του έρωτος τα εξάγνισε!
Μ’ αυτά θα στολίσω το δέρμα μου περίτεχνα
σαν γιαπωνέζικα τατού και στις αρχές
περήφανα θα τα επιδείξω!
Θα με καταδικάσετε λοιπόν
για συμπεριφορά ανάρμοστη
για άπρεπη καταπάτηση των άχρηστων ηθών σας?
Ποια είναι αλήθεια η ποινή για της ψυχής μου
το ανομολόγητο έγκλημα?
Για τον υπέροχο τον κολασμό που θέλησα να ζήσω?
Ισόβια κάθειρξη στο καθωσπρέπει τίποτα?
Εκατό χρόνια μοναξιάς σε μιαν άγευστη ανούσια ζωή
ακίνδυνη για τους λοιπούς που"σε τίποτα δεν φταίξαν"?
(γιατί να ζαλιζόμαστε με του γείτονα το πρόβλημα;)
Τι μπορείτε να μου κάνετε αλήθεια?
Μια μάντρα φίδια θα μου φτιάξετε κι εγώ
εκεί μέσα θα γελώ επ’ άπειρον με την καρδιά ακλόνητη
σαν πιω το μαύρο δηλητήριο και θα μεθύσω πάλι
γιατί ‘ναι φίλοι μου άσπονδοι τα φίδια-όπως κι οι λύκοι
φίλοι πιο έντιμοι από σας τον αξιοπρεπή περίγυρο!
Σαν το νερό θα ξεγλιστρήσω απ’ τις αρπάγες σας
και πώς να φυλακίσουνε τα χέρια σας τον άνεμο?

Άει σιχτίρ εσείς και οι καταδίκες σας!

Πνεύμα είμ' αθάνατο εγώ
Κι αθάνατα αγαπώ
Σ’ όνειρα αθάνατα θα ζήσω!


...Γιατί δικάζομαι....θυμίστε μου?








(Θεέ, ή όπως αλλιώς σε λένε, μέσα στον υπέροχο κόσμο σου,
γιατί να ‘ναι τόσο μοβόρικος ο κόσμος των ανθρώπων?
Μια τραγική παραφωνία
μεσ’ στο απίστευτα αρμονικό ετούτο Χάος?
Κάπου, κάποιο λάθος έκανες Μεγάλε!
Άσε τους Εγωισμούς και τα αλάθητα και παραδέξου το!
Μάλιστα -εντελώς μεταξύ μας αυτό- τελευταία
υποψιάζομαι πως κι Εσύ εξελίσσεσαι μαζί μας!
μαθαίνεις από μας
απ’ το μεγαλύτερό σου λάθος!
Δεν είν' ντροπή .
Και μην φοβάσαι μήπως πέσεις απ' το
βάθρο σου-δεν διατρέχεις τέτοιο κίνδυνο!
Ας βρει μια λύση η Υπέρτατη Σοφία σου, λοιπόν,
και γρήγορα παρακαλώ, γιατί δεν μας παίρνει ο χρόνος
και όσο πάει και βαλτώνει περισσότερο εδώ πέρα!
Μ’ όλο το σέβας,
Ένα απ’ τα αντιφρονούντα
‘καθ’ εικόναν και καθ’ ομοίωσιν ‘(!)
δημιουργήματά σου ….)



-Προς όποιον γενναίο κατάφερε να το διαβάσει ολόκληρο:
Σ’ έναν κήπο δεν φυτρώνουν μόνο πολύχρωμα λουλούδια
και δέντρα σκιερά.
Φυτρώνουν και κάκτοι και ...κενταύρια (=γαϊδουράγκαθα)
και μπορεί να είν’ εξίσου όμορφα με τ’ άλλα παρά
την αγριάδα τους.
Προσωπικά, μ’ αρέσουν και τα δύο ακριβώς γι' αυτό…






dali_-_hectic.mp3